7 Σχόλια

Δέκα θέσεις για την επανάσταση και την κομμουνιστική ταυτότητα σήμερα

ked

Δέκα θέσεις για την επανάσταση και την κομμουνιστική ταυτότητα σήμερα

1. Οι αναφορές μας

Η Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση εμπνέεται από τους μεγάλους επαναστατικούς αγώνες, τη γαλλική επανάσταση, την Κομμούνα του Παρισιού, τον Οκτώβρη του 1917, το Σπάρτακο, την ισπανική επανάσταση, τον κόκκινο Δεκέμβρη της Αθήνας, τις μεταπολεμικές επαναστάσεις και εξεγέρσεις ενάντια στους καπιταλιστές και τους γραφειοκράτες σε ανατολή και δύση, όπως και από κάθε άλλο μικρό αγώνα, κρίκο στην αλυσίδα του αγώνα του παγκόσμιου προλεταριάτου για την κοινωνική απελευθέρωση, την καταστροφή του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος, για την εργατική εξουσία, τον κομμουνισμό και την αταξική κοινωνία.

Οι γιακωβίνοι, οι λέσχες των πρωίμων κομμουνιστών (Μπαμπέφ, Μπλανκί), ο Μαρξ, ο Ένγκελς και οι σύντροφοί τους, οι διεθνιστές επαναστάτες όπως ο Κάρλ Λήμπνεκτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ, οι μπολσεβίκοι της ρώσικης επανάστασης, η 3η Διεθνής του Λένιν, ο Τρότσκι, ο Πουλιόπουλος, η Αριστερή Αντιπολίτευση και η 4η Διεθνής, και άλλοι σύγχρονοι αγωνιστέςκαι στοχαστές επαναστάτες, αποτελούν, χωρίς εμμονές και άκριτους μιμητισμούς, σημεία όχι μόνο ιδεολογικής και πολιτικής αναφοράς, αλλά και αγωνιστικής αδιαλλαξίας στον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο και το αστικό κράτος.

2. Επαναστατικός δρόμος για το σοσιαλισμό

Η Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση θεωρεί ότι δεν μπορεί να ανοίξει κανένας δρόμος στη σοσιαλιστική οικοδόμηση της κοινωνίας χωρίς τη σοσιαλιστική επανάσταση. Η σοσιαλιστική προοπτική δεν μπορεί να είναι το προϊόν ενός ιστορικού συμβιβασμού του επαναστατικού προλεταριάτου με την αστική τάξη. Ούτε θα προέλθει μετά από μια «αναπόφευκτη» οικειοθελή απόσυρση του γερασμένου και παρακμιακού καπιταλισμού. Η ιστορική εμπειρία δεν μας αφήνει κανένα περιθώριο να πιστεύουμε ότι μια σειρά μεταρρυθμίσεων θα μας οδηγήσουν βαθμιαία στην άλλη κοινωνία και ότι η αστική αντίδραση θα παραδοθεί χωρίς μια σκληρή και βίαιη αναμέτρηση. Με αυτή την έννοια είμαστε με τον επαναστατικό και όχι με τον κοινοβουλευτικό “δημοκρατικό” δρόμο για το σοσιαλισμό. Ως εκ τούτου, οι δυνάμεις που συνειδητά παλεύουν για την συντριβή της αστικής εξουσίας και την παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση πρέπει να οργανωθούν σε δομές που να αντιστοιχούν στο σκοπό αυτό και όχι σε εφήμερα ανεμομαζώματα που δήθεν είναι χρήσιμα στην τρέχουσα συγκυρία και που καταλήγουν πάντοτε στην αποσπασματική διαμαρτυρία στα όρια του συστήματος και στον μερικό αγώνα ενάντια στη μια ή την άλλη μορφή καταπίεσης, αφήνοντας στις καλένδες ένα συνολικό σχέδιο για την ανατροπή της αστικής εξουσίας και κάθε σκέψη για την επόμενη μέρα.

Εντούτοις αυτό δεν σημαίνει ότι αρνούμαστε τον αγώνα για μεταρρυθμίσεις που θα διαμορφώνουν έναν ευνοϊκότερο ταξικό συσχετισμό και καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για την εργατική τάξη και κάθε άλλο τμήμα της κοινωνίας που για οποιοδήποτε λόγο εναντιώνεται σε κάθε είδους καταπίεση. Κάθε αυθόρμητος αγώνας ενάντια στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, ακόμα και η πιο απλή διαπραγμάτευση της αξίας της εργατικής δύναμης, όπως επίσης και όλοι οι αγώνες ενάντια στην πολλαπλή καταπίεση που υφίστανται ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας (εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες, μετανάστες, γυναίκες, ομοφυλόφιλοι), καθώς και οι αγώνες της νεολαίας, αξίζουν την ολόπλευρη και χωρίς όρους υποστήριξη της συνειδητής επαναστατικής μειοψηφίας, στο βαθμό που αντικειμενικά λειτουργεί ανταγωνιστικά στα συμφέροντα των αφεντικών και των πολιτικών του συλλογικού εκπροσώπου τους του αστικού κράτους και επιπλέον δεν στρέφονται εναντίον άλλων πιο καταπιεσμένων τμημάτων της κοινωνίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι η επαναστατική μειοψηφία γίνεται φερέφωνο των κάθε είδους συντεχνιακών συμφερόντων, και σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται με τα υποκείμενα αυτών των μερικών αγώνων. Οι κομμουνιστές αντιλαμβάνονται τη συμμετοχή τους στην τρέχουσα ταξική πάλη ως μέρος του συνολικού αγώνα ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα και όχι απλά ως αλληλέγγυα δύναμη στις προσδοκίες των θυμάτων της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Επίσης η ενεργητική συμμετοχή σε αυτούς τους αγώνες αποτελεί σχολείο ταξικής και πολιτικής συνειδητοποίησης καθώς και μια ακόμα πρόβα για την αποφασιστική αναμέτρηση. Καμία “μεγάλη νύχτα” και καμία κατάληψη της εξουσίας δεν θα έλθει από ανθρώπους και πολιτικούς σχηματισμούς που ζουν στην πολιτική απομόνωση και στην νοσταλγία του ένδοξου παρελθόντος αδιαφορώντας για τους καθημερινούς αγώνες. Η διαφορά με την καθεστωτική αριστερά που επιμένει δογματικά σε ένα θεσμικό-δημοκρατικό δρόμο, δεν βρίσκεται στην άρνηση συμμετοχής σε αγώνες εντός συστήματος, αλλά στο ότι η νέα κοινωνία δεν προκύπτει μέσα από μια βαθμιαία και μακρόσυρτη διαδικασία μεταρρυθμίσεων, αλλά από μια επαναστατική τομή, δηλαδή από την καταστροφή του βασικού υπερασπιστή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής – του αστικού κράτους.

3. Διαρκής επανάσταση ενάντια στην θεωρία των σταδίων

Η Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση υπερασπίζει την θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης. Δεν υπάρχει κανένα ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στον καπιταλισμό και την σοσιαλιστική επανάσταση. Καμία “πραγματική αλλαγή”, “λαϊκή δημοκρατική ανατροπή”, “λαϊκή εξουσία”, “αντικαπιταλιστική ρήξη με την ΕΕ”, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την ανατροπή του καπιταλισμού, την συντριβή της αστικής κρατικής μηχανής και την σοσιαλιστική επανάσταση. Και δεν υπάρχει τίποτα που να μεσολαβεί ανάμεσα τους. Την επόμενη μέρα της σοσιαλιστικής επανάστασης εγκαθιδρύεται ένα εργατικό κράτος, η δικτατορία του προλεταριάτου, για να εδραιώσει τη νίκη της επανάστασης, να υπερασπίσει τις κατακτήσεις της και να καταπνίξει κάθε αντεπαναστατική απόπειραΗ σοσιαλιστική επανάσταση δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάθε περιορισμός της στα στενά πλαίσια ενός έθνους-κράτους και “σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα” δεν λειτουργεί μόνο ανταγωνιστικά με την παγκόσμια επανάσταση, αλλά είναι παράλληλα και νεκροθάφτης της επανάστασης και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην χώρα από την οποία ξεκίνησε, αν περιοριστεί μόνο σε αυτήν. Με την επέκταση της επανάστασης και των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής σε παγκόσμιο επίπεδο, περνάμε σε μία φάση απονέκρωσης του κράτους. Το κράτος που είναι απαραίτητο, αναγκαίο και αναντικατάστατο για όλη την μεταβατική περίοδο είναι η επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου.

4. Η επανάσταση δεν έρχεται από την κλιμάκωση των αυθόρμητων αγώνων

Οι αυθόρμητοι αγώνες δεν παράγουν αυτόματα επαναστατική συνείδηση, ούτε μέσω του «συντονισμού και της κλιμάκωσής» τους συγκροτείται το κοινωνικό εκείνο υποκείμενο που θα πρωταγωνιστήσει στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, ούτε καταλήγουν μέσω της κλιμάκωσής τους σε μια επανάσταση. Η επαναστατική συνείδηση δεν μεταδίδεται στα πλατειά στρώματα της εργατικής τάξης με μια αδιάκοπη, εξαντλητική αλλά αφηρημένη προπαγάνδα για την χρεοκοπία του καπιταλισμού και την υπεροχή του σοσιαλισμού. Ούτε οικοδομείται στη βάση των οικονομικών αγώνων για άμεσα αιτήματα. Δεν υπήρξαν, ούτε θα υπάρξουν επαναστάσεις που γίνονται από σπόντα, ούτε με την άγνοια των υποκειμένων τους. Η επανάσταση προκύπτει μόνο στη βάση ενός συνειδητού σχεδίου που υλοποιείται από δυνάμεις που έχουν πλήρη συνείδηση του σκοπού τους. Όποτε οι δυνάμεις αυτές ήταν αδύναμες, καμία αντίσταση όσο μαζική και «ταξική» κι αν ήταν, δεν κατέληξε σε μια τελική αναμέτρηση με την άρχουσα τάξη και το αστικό κράτος. Το στοιχείο εκείνο που συνδέει τις επαναστάσεις από το 1789 μέχρι σήμερα είναι η ύπαρξη συνειδητών πολιτικών υποκειμένων πρωταγωνιστών της επανάστασης, αναλαμβάνοντας και την ευθύνη της επόμενης μέρας.

Η επανάσταση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς την εξέγερση για την ανατροπή του πολιτικού καθεστώτος και την κατάληψη της εξουσίας από το επαναστατικό προλεταριάτο. Ηεξέγερση είναι μια τέχνη, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς σχέδιο, που να περιλαμβάνει την κατάληψη των νευραλγικών κέντρων του κρατικού μηχανισμού, τον έλεγχο των πόλεων, των τηλεπικοινωνιών, των δρόμων, των αεροδρομίων, των λιμανιών και φυσικά όλων των κυβερνητικών κτιρίων. Καμία εξέγερση δεν μπορεί να φτάσει στην κατάληψη της εξουσίας χωρίς να βρίσκεται στην πρωτοπορία, μιας συνολικής και σκληρής ταξικής αναμέτρησης, ένα αποφασισμένο πολιτικό επιτελείο- επαναστατικό κόμμα που έχει συνείδηση του σκοπού του, δηλαδή με τι θα αντικαταστήσει το καταλυμένο αστικό κράτος και ποια θα είναι τα άμεσα μέτρα που θα πάρει εκπροσωπώντας πλέον την σοσιαλιστική τάξη.

5. Το εύρος της ταξικής πάλης

Ο μαρξισμός του 19ου αιώνα προσδοκούσε μέσα από την ωρίμανση του καπιταλισμού και της εργατικής τάξης να ωριμάσει ταυτόχρονα και η ιδέα του σοσιαλισμού. Για τους γενάρχες μας τα ανεπτυγμένα έθνη που εξέφραζαν αυτή την ωρίμανση έμπαιναν αντικειμενικά επικεφαλής του αγώνα για τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Ήρθε ο Λένιν με τη θεωρία του αδύναμου κρίκου και ο Τρότσκι με τη θεωρία της διαρκούς επανάστασης για να ανατρέψει αυτή την ιεράρχηση.

Μια “καθαρή ταξική πάλη”, χωρίς την παρέμβαση εξωταξικών στοιχείων είναι μια φαντασίωση. Είναι η ανάλογη αυταπάτη ενός καθαρού καπιταλισμού χωρίς μεσάζοντες, τράπεζες, μονοπώλια και κράτος. Ένας τέτοιος φαντασιακός καπιταλισμός, που ονειρεύεται ο κάθε μικροαστός δεν υπήρξε ούτε στην αυγή του. Ο καπιταλισμός δεν είναι μόνο εργάτης και αφεντικό, ούτε η αξία και η υπεραξία. Είναι αυτά μόνο όταν αφαιρέσουμε το κράτος και όλο το πολιτικό εποικοδόμημα που στηρίζει αυτή την «κυρίαρχη σχέση». Επιπλέον -καπιταλισμός- είναι ο ιμπεριαλισμός της εποχής του Λένιν που φέρνει μαζί του μια διαφορετική ιεράρχηση στις προτεραιότητες του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος στον 20ο αιώνα. Η εκμετάλλευση των πιο αδύναμων εθνών από τα κυρίαρχα, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, η ύπαρξη εργατικών κρατών, ή και κρατών που αμφισβητούν την κάθε φορά ιμπεριαλιστική γεωπολιτική κατανομή, δημιουργούν ένα πλαίσιο πολύ πιο σύνθετο από την απλοποίηση της αντίθεσης αφεντικού-εργάτη.

Αν λοιπόν ο καπιταλισμός είναι ένας ολόκληρος κοινωνικός σχηματισμός που αναπαράγει τον εαυτό του όχι μονάχα αναπαράγοντας την εκμετάλλευση της εργασίας, αλλά ένα ολόκληρο κοινωνικό σύστημα, με πολλαπλές ιεραρχήσεις, διαφορετικά μοντέλα διαχείρισης, συγκροτώντας διευρυμένα μπλοκ εξουσίας που να αντιστοιχούν στην φάση που κάθε φορά βρίσκεται, με ένα σύστημα -κυριάρχων- ιδεών και ένα αντίστοιχο πολιτικό εποικοδόμημα, τότε η ταξική πάλη είναι ο συνολικός αγώνας ενάντια στο σύστημα σαν όλο και μόνο με αυτό το πρίσμα μπορεί να ειδωθεί η κυρίαρχη αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας. Χωρίς άλλωστε αυτό το εποικοδόμημα (αστικό κράτος, θεσμοί, κυρίαρχες ιδέες), χωρίς αυτό το κέλυφος προστασίας καμία «κυρίαρχη οικονομική σχέση» δεν θα μπορούσε να αναπαραχθεί. Έτσι ταξικός αγώνας είναι κάθε αγώνας που στρέφεται εναντίον του συστήματος που υπερασπίζεται και αναπαράγει όχι μόνο την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης αλλά και κάθε άλλη εκμετάλλευση και καταπίεση. Οι κομμουνιστές δεν πρέπει να ξεχνάνε ότι η συγκεκριμένη μαρξιστική ανάλυση του «κεφαλαίου», η απομυθοποίησή του και η αποκάλυψή του ως ενός ακόμα ταξικού συστήματος κλοπής μέρους της ανθρώπινης εργασίας από τους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής μέσα από την κλοπή της υπεραξίας, δεν τους απαλλάσσει από τον ευρύτερο και κυρίαρχο αγώνα ενάντια στην καταπίεση που παράγει μια ταξική καπιταλιστική κοινωνία. Έτσι οαγώνας ενάντια στο αστικό κράτος, στις πολιτικές του, όχι μόνο τις οικονομικές, αλλά και όλες εκείνες που αναπαράγουν τον μύθο του έθνους, ή τους «υγιούς» μέλους του έθνους (μιλιταρισμός, εθνικισμός, φασισμός, σεξισμός, πατριαρχία), χτίζοντας πάνω σ’ αυτούς μια διαταξική συμμαχία υπό αστική ηγεμονία, είναι άμεσα ταξικός αγώνας και μάλιστα στην ανώτερη πολιτική μορφή του, πολύ πιο σημαντικός από τον οικονομικό αγώνα για καλύτερους μισθούς ή συντάξεις που ο καπιταλισμός τουλάχιστον στις ιμπεριαλιστικές χώρες μπορεί σε συνθήκες ανάκαμψης να προσφέρει (κράτος πρόνοιας, κοινωνικό συμβόλαιο κοκ).

6. Η επανάσταση χωρίς πολιτικό υποκείμενο είναι καταδικασμένη σε ήττα

Στον πολιτικό αγώνα το υποκείμενο είναι αυτοί που συνειδητά συμμετέχουν σ’ αυτόν. Και αυτός είναι ταξικός αγώνας, ανεξάρτητα από την κοινωνική καταγωγή όσων λαμβάνουν ενεργά μέρος. Εξάλλου οι τάξεις δεν συγκρούονται ως τέτοιες, αλλά μέσα από πολλαπλές διαμεσολαβήσεις και σε ένα υψηλότερο επίπεδο από αυτό της πρωτογενούς διαπραγμάτευσης της αξίας της εργατικής δύναμης. Ο αγώνας για την πολιτική εξουσία είναι η ανώτερη μορφή ταξικής πάλης και αυτή δεν διεξάγεται αυθόρμητα αλλά συνειδητά μέσα από δομές που συγκροτούνται πάνω σ’ αυτό το σκοπό. Με τον ίδιο τρόπο που το αστικό κράτος αντιπροσωπεύει σε τελική ανάλυση τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, έτσι και οι πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στην απέναντι πλευρά, αντιπροσωπεύουν σε τελική ανάλυση τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Σε τελική και όχι άμεσα γιατί η εργατική τάξη αυτή καθεαυτή διασπασμένη σε συντεχνιακά συμφέροντα, και σε έναν ανταγωνισμό ανάμεσα στον κάθε κάτοχο του εμπορεύματος εργατική δύναμη ενάντια τους υπόλοιπους, δεν δημιουργεί αυτόματα κοινότητα συμφερόντων, παρά μόνο υπερβαίνοντας κάθε κάθετο και οριζόντιο διαχωρισμό. Προϋπόθεση όμως γι’ αυτό είναι ένα μεγάλο τμήμα να σπάσει από την κυρίαρχη ιδεολογία και να ταχθεί στον συνολικό πολιτικό αγώνα ενάντια σε ολόκληρο το σύστημα. Οι αυθόρμητοι αγώνες μπορούν να βοηθήσουν στη διαδικασία αυτής της ρήξης, όχι όμως να την υποκαταστήσουν.

Αυτό που μετράει για το στρατόπεδο της επανάστασης είναι η συγκέντρωση συνειδητών δυνάμεων ανεξαρτήτως της κοινωνικής τους προέλευσης, χωρίς όμως να είναι αποκομμένες από τις προλεταριακές μάζες, και οι οποίες έχουν πλήρη επίγνωση των στόχων της επαναστατικής ανατροπής. Αν οι επαναστατικές ιδέες βρίσκουν ανταπόκριση σε άλλα στρώματα εξίσου με τους εργάτες, αυτό αποδεικνύει ότι η επανάσταση δεν συγκινεί μόνο την εργατική τάξη, αλλά διασχίζει κάθετα ολόκληρη την κοινωνία με τον ίδιο τρόπο που τη διασχίζουν και οι κυρίαρχες ιδέες χωρίς να ενδιαφέρονται αν είναι κανείς εργάτης για να καρφωθούν στο μυαλό του. Ο αγώνας ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση, δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο τα θύματα της εκμετάλλευσης. Δεν αφαιρεί το δικαίωμα από όσους δεν είναι άμεσα θύματα να αναλάβουν δράση, περισσότερο από τους «άμεσα» ενδιαφερόμενους. Όποιος τάσσεται συνειδητά στο στρατόπεδο της επανάστασης είναι αξιωματικά υποκείμενό της (όχι αλληλέγγυος, όχι ως φέρων απ’ έξω τη συνείδηση στο γνήσιο υποκείμενο που μέχρι τότε «αγνοεί την ιστορική του αποστολή»), με τον ίδιο τρόπο που ο ένοπλος φύλακας του κράτους, ασχέτως αν κατάγεται από εργατική οικογένεια ανήκει συνειδητά στο στρατό της αστικής τάξης. Δυστυχώς το «είναι» δεν διαμορφώνει αυτόματα τη συνείδηση. Η επιλογή στρατοπέδου είναι μια υποκειμενική στάση που εξαρτάται όχι τόσο από την καταγωγή, αλλά από τη στάση έναντι του συστήματος εκμετάλλευσης. Το καθοριστικό είναι η ρήξη με την κυρίαρχη ιδεολογία -που είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης-, για να θυμόμαστε ολόκληρο τον Μάρξ και όχι μόνο εκεί που μας βολεύει.

Η ταξική πάλη είναι πόλεμος και οι πρωταγωνιστές του συμμετέχουν σ’ αυτόν συνειδητά και όχι παρεμπιπτόντως. Οι επαναστάσεις που έχει γνωρίσει η πρόσφατη ιστορία μετά τη γαλλική είχαν ένα ορισμένο κοινωνικό-ταξικό περιεχόμενο το οποίο ορίζεται από το πρόγραμμα που ανέλαβαν να υλοποιήσουν οι δυνάμεις που πρωταγωνίστησαν σε αυτές και όχι από τη μηχανιστική αναγωγή στο κοινωνικό τους υποκείμενο.  Γι’ αυτό και οι επαναστάσεις αυτές, ανεξάρτητα από τις συμπάθειες του καθενός, έχουν χρωματιστεί από αυτούς που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, απ’ αυτούς που χωρίς αυτούς δεν θα γινόταν τίποτα. Από τους Ιακωβίνους στη γαλλική επανάσταση, από τους μπλανκιστές στην Κομμούνα, από τους μπολσεβίκους το 1917 στη Ρωσία, από το Σπάρτακο λίγο αργότερα στη Γερμανία, από τη CNT κυρίως αλλά και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις της Ισπανικής Επανάστασης, από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην Ελλάδα το 44, από το αντάρτικο του Τίτο, του Μάο, από την αραβική επανάσταση των νασερικών στην Αίγυπτο το 1952, του Κάστρο και του Τσε στην Κούβα, το FLN στο Αλγέρι το 1962,τους Βιετκόνγκ στο Βιετνάμ, από τους Σαντινίστας το 79 στη Νικαράγουα, από το Κίνημα Ενόπλων Δυνάμεων του Καρβάλιο στην Πορτογαλία το 74, από το Βολιβαριανό κίνημα στη Βενεζουέλα, τους Ζαπατίστας στο Μεξικό κλπ κλπ. Επαναστάσεις που νικήσαν, που έχασαν, που έμειναν στη μέση, που νικήσαν και μετά εκφυλίστηκαν. Που είχαν προβλήματα, που δεν μας άρεσε το αποτέλεσμα, που θα μπορούσαν να είχαν γίνει κι αλλιώς, που θα μπορούσαν να μην είχαν εξελιχθεί έτσι. Αυτές και πολλές άλλες που πάντα είχαν ένα πολιτικό πρόσημοκαι έναν συνειδητό υποκινητή. Αυτή είναι η βασική συνθήκη μιας επανάστασης, όσο κι αν αυτό χαλάει τη συνταγή της αυθόρμητης επανάστασης ή τη συνταγή της επανάστασης που γίνεται στο χρόνο που έχει αποφασίσει η ιστορική νομοτέλεια. Τα πεδία της ταξικής πάλης εξελίσσονται και διευρύνονται. Αλίμονο αν κανείς κρατάει την ταξική πάλη μόνο για τους χώρους δουλειάς και να μην βλέπει ότι η ταξική πάλη είναι παντού και στην ίδια βαρύτητα. Και την ευρύτητα της ταξικής πάλης την επιλέγει το αστικό στρατόπεδο, όταν στέλνει την αστυνομία για να αντιμετωπίσει μια απεργία (σε βοήθεια του αφεντικού), μέχρι το ΝΑΤΟ ενάντια σε μια επανάσταση. Και από τη έκβαση αυτής της μάχης μακριά από τους χώρους δουλειάς εξαρτάται και η συνέχιση της εκμετάλλευσης σε αυτούς τους χώρους.

7. Επανάσταση γιατί και από ποιόν;

Η αριστερά σχεδόν στο σύνολό της αναπαράγει το μύθο ότι η επανάσταση έχει ως πρωταγωνιστή ένα γνήσιο και αυτούσιο κοινωνικό υποκείμενο το οποίο κανείς δεν πρέπει να «υποκαταστήσει» υποτιμώντας το ρόλο του πολιτικού υποκειμένου της επανάστασης. Η επί δεκαετίες αναπαραγωγή αυτού του μύθου ταύτισε τους κομμουνιστές με τα θύματα της εκμετάλλευσης. Με αυτήν την λογική στην πάλη για τον σοσιαλισμό το «γνήσιο υποκείμενο» είναι η αδιαμεσολάβητη εργατική τάξη. Για τους ευρύτερους αγώνες για δημοκρατία, πολιτικά δικαιώματα κοκ είναι ο λαός ή μια «λαϊκή συμμαχία». Όλες αυτές οι παραλλαγές και πολλές άλλες που η υπαρκτή αριστερά έχει δοκιμάσει στο παρελθόν βασίζονται στην λαθεμένη ταύτιση της “τάξης καθ’ εαυτής” με την “τάξη για τον εαυτό της”. Η εργατική τάξη δεν είναι από τη φύση της επαναστατική, είναι αντίθετα αντικείμενο εκμετάλλευσης. Μόνο όταν τμήματα των καταπιεσμένων δρουν συνειδητά μέσω του επαναστατικού κόμματος ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση που αποτελούν τους όρους ύπαρξης του συνόλου της εργατικής τάξης εκείνη ανυψώνεται σε επαναστατική τάξη.

Η απελευθέρωση των καταπιεσμένων προϋποθέτει την καταστροφή του συστήματος που παράγει την εκμετάλλευση και καταπίεση. Κανείς δεν υποκαθιστά κανέναν όταν αναλαμβάνει δράση εναντίον αυτού του συστήματος. Καμία πολιτική δύναμη δεν εκπροσωπεί αποκλειστικά και με οποιονδήποτε τρόπο την εργατική τάξη στο σύνολο της, ούτε κανένα άλλο «κοινωνικό κίνημα», περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Τα όσα λέγονται περί “ανωριμότητας των αντικειμενικών ή υποκειμενικών συνθηκών” ή τα περί υποκατάστασης του συνόλου της τάξης σαν τέτοια είναι άξια μόνο για να δικαιολογήσουν την άρνηση για επαναστατική δράση. Το δίλημμα δεν είναι υποκατάσταση ή αδιαμεσολάβητη ταξική πάλη, αλλά συμφιλιωτική ή επαναστατική γραμμή μέσα στο κίνημα. Η εργατική τάξη άλλωστε δεν δρα αδιαμεσολάβητα, ούτε μετατρέπεται σε τάξη για τον εαυτό της παρά μόνο, υιοθετώντας ένα ανταγωνιστικό πολιτικό σχέδιο προς το σύνολο της αστικής κοινωνίας. Δεν αρκεί η δυσαρέσκεια από την κλοπή της υπεραξίας, αλλά η ύπαρξη ενός εναλλακτικού πολιτικού σχεδίου για μια διαφορετική οργάνωση της κοινωνίας. Διότι η εκμετάλλευση και η καταπίεση δεν υποδεικνύουν στα θύματά της την εναλλακτική λύση. Αυτή είναι προϊόν πνευματικών διεργασιών και όχι στομαχικών αντανακλάσεων στα εγκεφαλικά κύτταρα.

8. Η κρίση της αριστεράς και η απόδραση στο αγνό παρελθόν

Οι δραματικές εμπειρίες από τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» στην ανατολική Ευρώπη και την Ασία, τον σταλινισμό, τον εκφυλισμό της σοσιαλδημοκρατίας και των ΚΚ, η γραφειοκρατικοποίηση των συνδικάτων, η κατάρρευση της δεκαετίας του 90, έφεραν ένα τεράστιο κύμα απογοήτευσης σε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη που πίστεψαν στον «νέο κόσμο». Τα κύματα μεταναστών από αυτές τις χώρες που αναζητούσαν στη δύση το αμερικάνικο όνειρο, αναθεματίζοντας το «παραπέτασμα» ήταν ακόμα μια σφαλιάρα στη συνείδηση όλων όσων πίστεψαν στη δυνατότητα του σοσιαλισμού. Ακόμα και αυτών που ήταν στην αντιπολίτευση της σταλινικής γραφειοκρατίας, που έβλεπαν να τους παίρνει εξίσου η μπάλα της ήττας και της απογοήτευσης.

Η αριστερά σε όλο τον κόσμο στράφηκε στη δεκαετία του 90 στην παιδική της ηλικία, στην αγνή ταξική πάλη. Ας ξαναζήσουμε το μύθο από την αρχή, σκέφτηκε, απωθώντας τον εφιάλτη του 20ου αιώνα. Μαζί όμως με τα νερά πέταξε και το μωρό. Μαζί με το 1990 έπνιξε και το 1917 και τις καλύτερες παραδόσεις του κομμουνιστικού κινήματος. Απωθώντας και το 1990 ποτέ δεν σκέφτηκε στα σοβαρά πάνω στις αιτίες της κατάρρευσης.

Έτσι πολιτικοποιήθηκε μια ολόκληρη γενιά αγωνιστών, στο φετιχισμό του συντεχνιακού αγώνα, της αντίστασης και στην αναζήτηση της “καθαρής ταξικής πάλης”. Αποφεύγοντας τις κακοτοπιές των στρατηγικών, των πολιτικών σχεδίων, του προτάγματος του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας. Κάθε σχέδιο αντιμετωπίστηκε όλα αυτά τα χρόνια με καχυποψία και κουτοπονηριά. Αυτό διαπέρασε ολόκληρη την αριστερά ακόμα και την τροτσκιστική σε όλες της τις εκδοχές. Ο οικονομισμός, τα άμεσα ζητηματάκια, η αντίσταση στον νεοφιλελευθερισμό, η λατρεία του αυθόρμητου, η εκ νέου ανακάλυψη του εναλλακτισμού και η επιστροφή στα βασικά, διαμόρφωσαν την αριστερά που έχουμε πλέον σήμερα. Μια αριστερά που διαχωρίζεται θεωρητικά στις ιστορικές της αναφορές, αλλά στην τρέχουσα πρακτική πολιτική είναι μια σούπα. Ο οικονομισμός και ο εναλλακτισμός είναι το αποκούμπι της. Η ανασύνθεση και τα ανεμομαζώματα το φυσικό επακόλουθο. Ο ρεφορμισμός η άλλη όψη του οικονομισμού και της λατρείας του αυθόρμητου. Το 2013 όμως δεν έχει καμία σχέση με το 1813 και η επιστροφή στις ρίζες αποδεικνύεται μια φάρσα.

Απότοκο αυτής της πορείας η σημερινή αριστερά, σε ένα διεθνές και ελληνικό περιβάλλον δομικής κρίσης του καπιταλισμού, χάσκει ανήμπορη να την ερμηνεύσει και να κάνει πολιτική. Το κυρίαρχο τμήμα της επιμένει αυτιστικά στις αυταπάτες μιας ανέφικτης “φιλολαϊκής” δημοσιονομικής διαχείρισης, ενώ εθελοτυφλεί παράλληλα για την ταξική φύση και το χαρακτήρα του αστικού κράτους. Ενώ ένα άλλο τμήμα της επιδίδεται σε μια μεταφυσική υπεράσπιση του “αντικαπιταλισμού” δίχως αυτή να βρίσκει το αντίκτυπο της σε ένα συγκροτημένο πρόγραμμα επαναστατικής μετάβασης, με ανύπαρκτη μέθοδο για την παρέμβαση στις κεντρικές πολιτικές μάχες.

Ακόμη και εκείνο το κομμάτι της αριστεράς που εξακολουθεί σήμερα να αναφέρεται στην επανάσταση υιοθετεί και καλλιεργεί την αντίληψη για μια επανάσταση χωρίς οργανωμένη εξέγερση. Στο φαντασιακό αυτής της αριστεράς η επανάσταση μοιάζει με ένα ατελείωτο πανηγύρι εκατομμυρίων διαδηλωτών στους δρόμους και τις πλατείες που στην 10η μέρα μιας απεργίας διαρκείας που θα έχουν παραλύσει τα πάντα θα εξανάγκαζε την κυβέρνηση να εγκαταλείψει τη χώρα με τα ελικόπτερα. Αυτός ο μύθος ταλαιπωρεί την υπάρχουσα ριζοσπαστική αριστερά από το 1968 μέχρι σήμερα. Είναι η αναπαραγωγή του μοντέλου που άφησε κληρονομιά ο γαλλικός Μάης και που έρχεται γάντι στην υπάρχουσα οικονομίστικη αριστερά με απόλυτο φετίχ την μαζική και από τα κάτω κίνηση των μαζών. Αν το σχήμα αυτό είχε μια κάποια πιθανότητα επιτυχίας το 1968, σήμερα δεν έχει απολύτως καμία.

Το 1968 υπήρχε ένας τελείως διαφορετικός κόσμος. Το 1/3 του πλανήτη δήλωνε σοσιαλιστικό ακόμα κι αν νέμονταν την εξουσία μια δράκα γραφειοκρατών. Εξάλλου μια σειρά αντιγραφειοκρατικών κινημάτων στις χώρες αυτές όπως η “άνοιξη της Πράγας” ή η αυταπάτη μιας «πολιτιστικής επανάστασης» ενάντια στις «κλίκες των παλινορθωτών» έδιναν την αίσθηση ότι τίποτα δεν έχει χαθεί οριστικά. Για την αριστερά της αριστεράς, εκείνη την εποχή, όλα κρίνονταν από την απελευθέρωση μιας τεράστιας μαζικής δυναμικής από τα κάτω που κατέπνιγε η σταλινική και συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που ήταν επίσης πανίσχυρες όχι μόνο στην ανατολή αλλά και στη δύση. Αυτό ήταν το απόγειο της ανόδου του κινήματος σε όλο τον πλανήτη μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Η αίσθηση στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ήταν ότι όπου να ναι η γη θα γίνει κόκκινη και «ο τελευταίος καπιταλιστής θα κρεμαστεί από τα έντερα του τελευταίου γραφειοκράτη».

Αντ’ αυτού λίγα χρόνια αργότερα εμφανίστηκε ο Ρέιγκαν, η Θάτσερ, και μετά ήρθε η κατάρρευση της ανατολικής Ευρώπης, η αποκατάσταση της αμερικάνικης ηγεμονίας μετά την ήττα στο Βιετνάμ, και η πλήρης κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού που έβαζε τέλος στο μεταπολεμικό κοινωνικό συμβόλαιο. Η αριστερά της αριστεράς του 1968 ηττήθηκε, γιατί έπεσε θύμα της εμμονής της στο αήττητο του αυθόρμητου μαζικού κινήματος που αν απαλλαχθεί από την επιρροή των ρεφορμιστικών γραφειοκρατικών μηχανισμών, θα ξεδιπλώσει την «προορισμένη για δράση φύση του», ανοίγοντας το δρόμο στο βασίλειο της ελευθερίας. Η αριστερά αυτή μπορεί να έκλινε την επανάσταση σε όλους τους χρόνους, αλλά είχε ξεχάσει ότι μια επανάσταση για να κερδίσει απαιτεί ένα συνειδητό σχέδιο για την κατάληψη της εξουσίας την κατάλληλη στιγμή και όχι απλά μερικές εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές να «πανηγυρίζουν» στους δρόμους. Και το πιο σημαντικό, ότι μια επανάσταση χρειάζεται συνειδητές δυνάμεις που να πάρουν την ευθύνη αυτού του σχεδίου, χωρίς να ελπίζουν ούτε σε πιέσεις προς τους ρεφορμιστές, ούτε από μόνος του ο «λαός» να αναλάβει ευθύνες που δεν μπορεί να σηκώσει.

9. Παγκόσμια επανάσταση και ασυνέχεια -κρίση- του πολιτικού υποκειμένου

Καμία σοσιαλιστική ανοικοδόμηση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την επέκταση της επανάστασης σε παγκόσμια κλίμακα, μακριά και πέρα από κάθε είδους αυταπάτη περί εθνικής ανάπτυξης και σοσιαλισμού σε μια χώρα. Επομένως το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης σε μια χώρα δεν μπορεί παρά να είναι συνδεδεμένο με το πρόγραμμα της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θέτει την αναγκαιότητα της οργάνωσης σε διεθνή κλίμακα.

Η 4η Διεθνής ήταν η τελευταία προσπάθεια μετά τον εκφυλισμό της 3ης να οργανωθούν οι επαναστάτες σε διεθνή κλίμακα. Σήμερα 75 χρόνια από την ίδρυσή της, η 4η Διεθνής βρίσκεται πολυδιασπασμένη, σε μια σειρά διεθνή κέντρα με εντελώς διαφορετικούς προσανατολισμούς και πολιτικά σχέδια. Ο τροτσκισμός πλέον είναι μέρος της κρίσης ολόκληρης της αριστεράς.Η αιτία της κρίσης δεν βρίσκεται τόσο στις διαφορετικές τακτικές των κατά καιρούς φραξιών του, όσο στην αδυναμία του να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλα επαναστατικά γεγονότα. Σε μια περίοδο που ζήσαμε επαναστάσεις (Γιουγκοσλαβία, Κίνα, Κούβα κλπ) ο τροτσκισμός τις παρακολούθησε από μακριά. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της ήταν το τελικό χτύπημα. Η κατάρρευση του υπαρκτού έφερε μια υπαρξιακή κρίση στην τροτσκιστική ταυτότητα.

Και τώρα τι απομένει; Ο τροτσκισμός ήταν το έτερο αντίθετο του σταλινισμού. Η φωνή που καλούσε στην αποκατάσταση του Οκτώβρη. Ο Οκτώβρης όμως έπεσε από την άλλη πλευρά. Τώρα ο αναστοχασμός έπρεπε να γίνει σε ένα μεγαλύτερο εύρος ζητημάτων: Γιατί η εργατική τάξη δεν υπερασπίστηκε το εργατικό κράτος; Γιατί αδιαφόρησε για την ύπαρξή μας; Γιατί δεν στράφηκε στην 4η Διεθνή σαν την μόνη συνεπή κομμουνιστική δύναμη, την ώρα που τα ΚΚ κατέρρεαν μαζί με την υποστολή της κόκκινης σημαίας από το Κρεμλίνο; Γιατί τώρα που ο σταλινισμός φεύγει από την μέση, οι τροτσκιστές δεν καλύψαμε το κενό; Διότι πολύ απλά, όπως έχει διαμορφωθεί ο σημερινός τροτσκισμός, έχει καταστεί και αυτός μέρος του αδιεξόδου ολόκληρης της αριστεράς.

Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του μεταπολεμικού τροτσκισμού -όπως και συνολικά της αριστεράς- υπήρξαν τα γεγονότα του 68. Η αδυναμία του τροτσκισμού να πρωταγωνιστήσει, δεν τον άφησε αλώβητο από την ήττα και την απογοήτευση που ακολούθησε. Αντί όμως να βγουν τα συμπεράσματα, ξανά επιστροφή στο μόνιμο καταφύγιο: Η εργατική τάξη δεν μπήκε ακόμα στα γεγονότα. Βρίσκεται ακόμα εγκλωβισμένη στη σοσιαλδημοκρατία και τα ΚΚ. Μάλλον ας προσκολληθούμε και εμείς εκεί και να περιμένουμε. Μέχρι που ήρθε ο ιστορικός συμβιβασμός, η αλλαγή, το βρώμικο 89, η πτώση του 90 και όλη αυτή η γενιά πήγε περιμένοντας σπίτι της. Τα γεγονότα αυτά αντί να δυναμώνουν τον τροτσκισμό και να σφυρηλατούν την ενότητά του, κατέληξαν σε νέες απογοητεύσεις και νέες διασπάσεις. Πλέον είναι αδύνατον να μιλάμε για τροτσκιστικό κίνημα, πάρα μόνο για ιστορική αναφορά σε ένα ρεύμα που ως μεθοδολογία και συγκρότηση στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Ο σημερινός τροτσκισμός είναι η σκιά του εαυτού του. Οι τροτσκιστές σήμερα βρίσκονται προσκολλημένοι σε όλη την κλίμακα της αριστεράς. Μια ταυτότητα πλήρους σύγχυσης που δεν αναπληρώνεται με την αναφορά στο Μεταβατικό του 1938.

Το καθήκον σήμερα δεν είναι η υπεράσπιση μιας μεταφυσικής τροτσκιστικής ταυτότητας δίχως συγκεκριμένα πολιτικά επίδικα που να τον διαφοροποιούν προγραμματικά και πολιτικά, μιας ταυτότητας που στο όνομά της δικαιολογούνται όλων των ειδών οι τακτικές και οι επιλογές. Ας αναλάβει επιτέλους ο καθένας τις ευθύνες για τις επιλογές του. Δεν υπάρχει λόγος να διασύρεται άλλο η ιστορία ενός ρεύματος που έδωσε τίμια και περήφανα την μάχη. Οι επίγονοι του Τρότσκι δεν κατάφεραν να χαράξουν μία νικηφόρα στρατηγική και πολιτική, κάτι που δεν σημαίνει ότι ο τροτσκισμός ηττήθηκε ιδεολογικάΑς κρατήσουμε από αυτό το ρεύμα το επαναστατικό πνεύμα, την μεθοδολογία του μεταβατικού προγράμματος, την υπεράσπιση του μπολσεβικισμού, τη διαρκή επανάσταση και πάνω απ’ όλα τον Τρότσκι που τολμά να τα βάλει με την μαρξιστική ορθοδοξία της εποχής του, που τολμά να αλλάξει τις προτεραιότητες, να ρισκάρει παραβιάζοντας τα «αναπόφευκτα» στάδια της κοινωνικής εξέλιξης έτσι όπως τα φαντάζονταν τα ιερά τέρατα της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Που στις πιο μαύρες εποχές του σταλινικού θερμιδώρ ρισκάρει, μέχρι τέλους, τη ζωή του, για να περισώσει ότι προλαβαίνει από την επαναστατική κληρονομιά του Οκτώβρη. Αυτό χρειαζόμαστε σήμερα για να ξαναστήσουμε τον κομμουνισμό στα πόδια του. Για να τον φέρουμε ξανά στο κέντρο των γεγονότων, πρωταγωνιστή και οργανωτή της επανάστασης, βάζοντας τέρμα στον άχαρο ρόλο του κουβαλητή της συνείδησης που πρέπει να την μεταλαμπαδεύσει στον δήθεν αρμόδιο για την κοσμοαπελευθέρωση που έχουν ορίσει οι «αδυσώπητοι νόμοι» της ιστορικής εξέλιξης. Όταν ο κομμουνισμός γίνει κίνημα από σκέτη συνείδηση τότε θα αρχίσει μια νέα εποχή επαναστάσεων που θα πρωταγωνιστεί ο ίδιος και όχι αυτοί που καλύπτουν το κενό που αφήνει αναμένοντας το «προορισμένο από την ιστορία κοινωνικό υποκείμενο» να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά.

10. Για την οργάνωση της επαναστατικής μειοψηφίας σήμερα. Για μια νέα κομμουνιστική ταυτότητα

Η Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση δεν διεκδικεί το αλάθητο του πάπα, ούτε θεωρεί τον εαυτό της μοναδικό κληρονόμο της μαρξιστικής παράδοσης. Και δεν θα μπορούσε γιατί θεωρεί ότι ο κομουνισμός είναι μια ανοιχτή επαναστατική θεωρία και όχι ένα κλειστό σύστημα σκέψης που ορίστηκε από κάποιους κλασσικούς. Ο Μάρξ, ο Ενγκελς, ο Λένιν και ο Τρότσκι έχουν συνεισφέρει τα μέγιστα, όμως η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος ούτε άρχισε από αυτούς, ούτε τελειώνει σε αυτούς. Μια επαναστατική θεωρία δεν έχει θέσφατα. Αλίμονο αν οι ζωντανοί δεν αναλάβουν τις θεωρητικές και πρακτικές ευθύνες που τους αναλογούν. Αλίμονο αν ο Τρότσκι πίστευε ότι η θεωρία τελείωσε με τη διαθήκη του Λένιν και ο Λένιν με τον πρόλογο του Ενγκελς στους Ταξικούς αγώνες στη Γαλλία. Όποιος θέλει να τιμήσει τους κλασσικούς δεν έχει παρά να συνεχίσει το έργο τους και μέσα στα καθήκοντα του είναι να τους υπερβεί προκειμένου να παραμένει χρήσιμος στον αγώνα για τη σοσιαλιστική επανάσταση την εργατική εξουσία και τον κομμουνισμό. Ας αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του και ας πάψει να κρύβεται πίσω από τα εικονίσματα.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η αντιπαράθεση με το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του, απαιτούν σοβαρές και αναγνωρίσιμες δυνάμεις, τέτοιες που να μπορούν να αντεπεξέλθουν στο πραγματικό μέγεθος της αντιπαράθεσης. Καμία επανάσταση δεν πρόκειται να νικήσει χωρίς την ύπαρξη δυνάμεων με ισχυρή πολιτική παρουσία και οργάνωση που συνειδητά να την επιδιώκουν.

Η καπιταλιστική κρίση η μεγαλύτερη μετά το 1929 έχει χτυπήσει στο κέντρο του μητροπολιτικού καπιταλισμού, βάζοντας οριστικό τέλος σε όλε τις μεταπολεμικές ισορροπίες και τα υπολείμματα του κοινωνικού συμβολαίου. Η είσοδος του παγκόσμιου καπιταλισμού σε ένα μακρύ κύμα ύφεσης, φέρνει μαζί της το τέλος του πολιτικού συστήματος αλλά και της αριστεράς όπως την ξέραμε μέχρι σήμερα. Το κράτος έκτακτης ανάγκης και η παρουσία των φασιστών στο κεντρικό σκηνικό έρχεται να καλύψει το κενό που αφήνουν τα κόμματα που μέχρι τώρα διαχειρίζονταν τις τύχες του καπιταλισμού.

Τα τελευταία 3 χρόνια στην Ελλάδα δόθηκαν οι περισσότερες μάχες από οποιαδήποτε άλλη περίοδο τουλάχιστον τα τελευταία 40 χρόνια, ίσως ακόμα και μετά τον πόλεμο. 25 και πλέον γενικές απεργίες και εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές στους δρόμους. Κι όμως το κίνημα αυτό ηττήθηκε. Για όσους συνειδητοποιούν τη σοβαρότητα όχι μόνο της τρέχουσας συγκυρίας, αλλά μιας ευρύτερης ιστορικής περιόδου και κυρίως αυτά που έρχονται πρέπει εδώ και τώρα να οργανώσουν τις δυνάμεις τους.

Χρειαζόμαστε μια επαναστατική αριστερά, αντίστοιχη στην εποχή που ζούμε. Που να φτιάχνει επαναστατικά γεγονότα και όχι μόνο να εμπνέεται από αυτά της προηγούμενης εποχής. Μια αριστερά που δεν θα κλοτσάει την προηγούμενη εμπειρία, αλλά θα την αποτιμά ψύχραιμα και κυρίως εκείνη που έμεινε πιστή στο πνεύμα του Οκτώβρη του Λένιν και του Τρότσκι, χωρίς καμία διάθεση προσκόλλησης στο παρελθόν. Μια αριστερά που δεν θα κρύβεται πίσω από την ιστορία, αλλά θα πάρει το ρίσκο να ανοίξει νέους δρόμους, σε ρήξη με τη ρουτινιάρικη και χωρίς πίστη στον εαυτό της υπαρκτή αριστερά. Μια αριστερά που θα βλέπει τον εαυτό της σαν κίνημα και όχι συμβουλάτορα του κάθε άσχετου με τους στόχους της. Μια τέτοια αριστερά δεν μπορεί να χτιστεί στην ίδια πολυκατοικία με αυτούς που καίγονται για τη βιωσιμότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα και για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ούτε με τους πανηγυρτζήδες των πατριωτικών “όχι” της κυπριακής αστικής τάξης που δεν εμπεριέχουν ίχνος αντιιμπεριαλισμού παρά μόνο την προσδοκία να υπερασπιστούν το καπιταλιστικό μοντέλο που τόσα χρόνια τους άφηνε δισεκατομμύρια κέρδη. Και πάνω απ’ όλα μακριά από την αριστερά που “καλεί το λαό να πάρει τις τύχες στα χέρια του” και χάσκει μπροστά στους αγανακτισμένους πατριώτες που κλαίγονται και ζητάνε πίσω τη χαμένη Belle Époque του μιλένιουμ του χρηματιστηρίου, των στεγαστικών και των χωρίς όριο πιστωτικών καρτών.

Σε μια εποχή που, όχι μόνο με ιστορικούς αλλά και πραγματικούς όρους, η αναγκαία γεφύρωση των καθημερινών προβλημάτων, που προκύπτουν από την δοσμένη συγκυρία, της καπιταλιστικής κρίσης, με τον στόχο της επαναστατικής ανατροπής είναι ζήτημα ημερήσιας διάταξης. Και τούτο δεν επιτυγχάνεται ούτε με τον μινιμαλισμό ούτε με έναν αφηρημένο διακηρυκτικό μαξιμαλισμό. Η μεταβατική λογική ως μέθοδος και όχι ως χρονικά αποστεωμένη μεταφορά αιτημάτων, είναι το εργαλείο-πρόγραμμα που διαμορφώνεται με βάση τις συνθήκες της αντικειμενικής κατάστασης και όχι από τις υποκειμενικές διαθέσεις και την συνείδηση των μαζών. Γι’ αυτό τα μεταβατικά αιτήματα αποτελούν άξονες πάλης μέσω των οποίων η πολιτική συνειδητή μειοψηφία καθίσταται ικανή να στοιχίσει πλατειές μάζες του προλεταριάτου στο πλευρό της και να εξαπολύσει επαναστατικούς αγώνες ενάντια στον καπιταλισμό.

Ξέρουμε ότι μια τέτοια αριστερά θα χτιστεί κόντρα στο ρεύμα, επενδύοντας πρώτα απ’ όλα στο χτίσιμο μια νέας επαναστατικής κομμουνιστικής ταυτότητας. Αυτό δεν σημαίνει αποχή από τα καυτά σημεία της ταξικής πάλης. Το αντίθετο, εκεί ακριβώς θα σφυρηλατείται αυτή η αριστερά, δίνοντας τη μάχη στο δρόμο και όπου αλλού χρειάζεται, χτυπώντας μαζί αλλά βαδίζοντας χώρια, με τις δικές της σημαίες και το δικό της πρόγραμμα. Λαμβάνοντας υπόψη της, την κατάσταση του εργατικού κινήματος, το ταξικό ισοζύγιο, και την γενική πολιτική κατάσταση τη δεδομένη χρονική στιγμή καθορίζοντας με βάση αυτά την πολιτική της. Δεν πρόκειται για μια ακόμα οργάνωση, που θα αντιγράφει την πεπατημένη. Πρόκειται για μια τελείως διαφορετική αντίληψη, και ένα μεγάλο κενό που πρέπει να καλύψουμε.

Αθήνα, Ιούνιος 2013

Κομμουνιστική Επαναστατική Δράση

7 comments on “Δέκα θέσεις για την επανάσταση και την κομμουνιστική ταυτότητα σήμερα

  1. […] του κράτους, και τα αφεντικά από την άλλη μεριά. «Οι επαναστάσεις που έχει γνωρίσει η πρόσφατη ιστορία […]

  2. […] του κράτους, και τα αφεντικά από την άλλη μεριά. «Οι επαναστάσεις που έχει γνωρίσει η πρόσφατη ιστορία […]

  3. […] του κράτους, και τα αφεντικά από την άλλη μεριά. «Οι επαναστάσεις που έχει γνωρίσει η πρόσφατη ιστορία […]

  4. […] Το ζήτημα των ΛΟΑΤ δεν βρίσκεται στο «περιθώριο» της ταξικής πάλης. Αντιθέτως οι κομμουνιστές πρέπει να γνωρίζουμε ότι η πάλη για τα δικαιώματα τους εκφράζει πραγματικούς κοινωνικούς αγώνες. Συνεπώς, η μάχη δίνεται και σε αυτά τα μέτωπα και οι νίκες που οφείλουμε να κερδίσουμε είναι νίκες για όλους μας, και όχι απλά για τα θύματα της καταπίεσης. Έτσι, «ο αγώνας ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση, δεν αφορά αποκλειστικά και μονό τα θύματα της εκμετάλλευσης. Δεν αφαιρεί το δικαίωμα από όσους δεν είναι άμεσα θύματα να αναλάβουν δράση, περισσότερο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους» (Δέκα θέσεις). […]

  5. […] Το ζήτημα των ΛΟΑΤ δεν βρίσκεται στο «περιθώριο» της ταξικής πάλης. Αντιθέτως οι κομμουνιστές πρέπει να γνωρίζουμε ότι η πάλη για τα δικαιώματα τους εκφράζει πραγματικούς κοινωνικούς αγώνες. Συνεπώς, η μάχη δίνεται και σε αυτά τα μέτωπα και οι νίκες που οφείλουμε να κερδίσουμε είναι νίκες για όλους μας, και όχι απλά για τα θύματα της καταπίεσης. Έτσι, «ο αγώνας ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση, δεν αφορά αποκλειστικά και μονό τα θύματα της εκμετάλλευσης. Δεν αφαιρεί το δικαίωμα από όσους δεν είναι άμεσα θύματα να αναλάβουν δράση, περισσότερο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους» (Δέκα θέσεις). […]

  6. […] Η κατάσταση στο Καζακστάν θυμίζει τα λεγόμενα αντιδικτατορικά μέτωπα, όπου εργατικές-λαϊκές και αστικές δυνάμεις παλεύουν κατά του κοινού εχθρού – της άλλης αστικής δύναμης που επέβαλε την στρατιωτική δικτατορία. Η πείρα έχει δείξει ότι ο μόνος τρόπος να επιβληθεί η αναγκαία αυτοτέλεια και σαφής διαχωρισμός των επαναστατικών δυνάμεων και ηγεσίας είναι το «αίτημα» της κομμουνιστικής επαναστατικής δράσης. […]

Σχολιάστε